04 Οκτωβρίου 2008

Αφήσετε_τις_Φούσκες_να_σκάνε_ελεύθερα...

Τώρα που μαραίνονται οι αγορές,
καιρός είναι να ανθίσει η Ποίηση…

01 Μαΐου 2008

Πρωτο..μαγεία...

Δώσ’ μου κάποια σταλιά απ’ το γλυκό σου ξεχείλισμα
να την κάνω τραγούδι, να γιορτάσω κι εγώ.
Ωδική πασχαλιά σε καινούργιο ξεκίνημα,
φουντωμένο λουλούδι σε βαμμένο αυγό…

Ρόδισε μου άλλο ένα ξημέρωμα αγάπη μου
ζωγραφιά να το κάνω σε μαγιάτικο φως
Αναστάσιμο ήχο μακριά από τα πάθη μου,
στην καρδιά σου παρέα σαν ήλιος μικρός…

26 Απριλίου 2008

Ευχή Εαρινή


Λαμπρή ας γίνει
η αύρα της καρδιάς...
και πέρα απ' την Ανάσταση.

02 Απριλίου 2008

Από ποιά..."Σκοπια" έρχεται?

Πούν' το...ΝΑΤΟ το κλύσμα
που κατευθύνεται πάνω μας!
Ας ελιχθούμε
για να μη μας πετύχει...



25 Μαρτίου 2008

25η Μαρτίου 1821


Εκεί που η γης ορίζεται από τους κεραυνούς
κι ο ουρανός απ’ τις σπονδές μεθά κι αναστενάζει,
η μοίρα, με τους δαίμονες παρέα και τους θεούς,
ρίχνει αντρειοσύνη και ψυχή στην ιστορία που βράζει.

Με τετρακόσες θύελλες να στάζουνε χαμό
σφίγγεις τα χείλη σε κρυφά σκολειά ελευθερίας
και ξαναγίνεσαι Έλληνας και σπάζεις τον ζυγό
πυροβολώντας με το φως της λαύρας της αγίας…

08 Μαρτίου 2008

Τιμής ένεκεν...

στη γυναίκα που προκαλεί
την έμπνευση - με έρωτα
την αναστάτωση - με πόλεμο
και τον όλεθρο - με πάθος…

06 Μαρτίου 2008

Επικαιρότητα (..??..)

...Και αν...
... παίξουμε μπάλα...??




26 Φεβρουαρίου 2008

Bloggissimo

Τους ζυγούς…αναρτήσατε!

Γιατί να σπάω το κεφάλι μου να βρω
πόσο χαμηλά έχει πέσει
ο δείκτης νοημοσύνης μου?

Όχι παραπάνω από το ένα τέταρτο των συντοπιτών μας
ασχολείται με το διαδίκτυο
και από αυτούς ούτε οι μισοί δεν είχαν πάρει χαμπάρι ως τώρα
την ύπαρξη των ιστολογίων.
Αντίθετα,
πάνω από τα δύο τρίτα των συνελλήνων
σεληνιάζονται καθημερινά
με κάθε είδους ραδιοτηλεοπτικά ή έντυπα προϊόντα
και σκουπίδια
κάποια εκ των οποίων, ενίοτε επωνύμως,
λασπολογούν ή προπαγανδίζουν ασύστολα.

Και αναρωτιέμαι:

Τόσο πολύ πάχυνε το μεγάλο αδελφάκι μας
ώστε το δαχτυλάκι,
που είχε χώσει στον ιστό,
σφήνωσε
και γι αυτό σκούζει ???

(…τι μαγικά να κάνω
σ΄ ένα blogάκι επάνω
μάτια μου…)

15 Ιανουαρίου 2008

Κοιμήσου εσύ...

Τα υπνωτικά σου,
λαέ,
άρχισαν να στοιχίζουν
πανάκριβα
σ’ αυτούς που σου τα παρέχουν
τσάμπα…

13 Ιανουαρίου 2008

Ναυάγιο...

Σαν καράβι, συχνά, η ζωή μας
ταξιδεύοντας για το νησί μας
συναντάει φουρτούνα κι αέρα
και χτυπάει επάνω σε ξέρα…

Μα η γοργόνα που αναστενάζει
πάντα το άλλο ναυάγιο κοιτάζει:
Την καρδιά, βουλιαγμένη μακριά μας,
ναυαγό απ’ τη λειψή ανθρωπιά μας…

Αυτόχειρας...

Προσπάθησε ν’ απεμπλακεί ο μάγος ο μικρός
με κάποιους τρόπους που άλλοτε είχαν επιτυχία.
Μα ετούτη εδώ τη θύελλα ακολούθαγε χαμός
και δεν υπήρχε γύρω του σανίδα σωτηρία…

Νεραϊδοπάρματα...




Νεραϊδοπάρματα να σε μεθούν,
βγαίνοντας μέσα απ’ τις κρυφές παγίδες,
πάνω στους δρόμους για τις Ατλαντίδες
που όλα τα σύμπαντα συνωμοτούν…

Κι απέ τα χείλη να σου τραγουδούν
και μέσ’ στον ήχο τους να είναι ελπίδες
και κλάμα κι όνειρα και καταιγίδες
και φόβοι κι έρωτες να σου λαλούν…

Και τί δεν έχει να μας πει...

Η σκαλωσιά ενός μπετατζή
που έκανε τάφο το γιαπί,
άμα της δίνανε φωνή
και τι δεν θα ‘χε να μας πει…

Κι η άγια η έδρα η ακριβή,
που τη κουκούλωσε η ντροπή,
άμα της λέγαν’ να γδυθεί
και τι δεν θα ‘χε να μας πει…

………………………………

Η μολυβιά η αναρχική
που αντιγραφούσε τη ζωή
πριν μεγαλώσουμε πολύ
να ‘χε κι αυτή κάτι να πει…

σαν την αλήθεια τη μουρλή,
μυξοκλαμένη , αναιμική,
που αν την αφήναμε να βγει
και τι δεν θα ‘χε να μας πει…
ΚΑΙ ΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΘΑ ‘ΧΕ ΣΚΟΤΩΘΕΙ…

Υ.Γ:
……………………………..
Κι η νεκροφόρα η “γιώτα-χι”
παρκαρισμένη μια ζωή,
όσο η βενζίνη είναι ακριβή,
κι αυτή έχει κάτι να σου πει:
Αν η βενζίνη ήταν φτηνή
ΚΑΠΟΙΟΙ ΔΕΝ ΘΑ ‘ΧΑΝ ΣΚΟΤΩΘΕΙ…

Κάτι φιλίες, στο παρελθόν...

Είχαμε κάνει
κάτι φιλίες
στο παρελθόν,
με τα πετούμενα
και με τα σύννεφα
και με τ’ αστέρια…

Όμως, καρδιά μου,
τώρα τα μάτια
μεσ’ στο μπετόν
διπλοκλειδώνονται
μαζί με ασήκωτα
πόδια και χέρια..

Έτσι...

Έτσι απλά, σιγανά, ταπεινά.
Έτσι ν’ ασπρίζουν τα μαλλιά μας,
απ’ τα χρόνια…

Θέλει...?

Η αγάπη θέλει να ‘ναι εμείς
που δεν μας χώρισε κανείς
μες’ στους κυκλώνες της ζωής
η αγάπη θέλει να ‘ναι εμείς…

Είναι...

Είναι η φωτιά όταν η ανάσα μου κρυώνει.
Είναι η δροσιά όταν το στόμα μου διψά,
Είναι το φως του αστεριού που με ζυγώνει
κι ό,τι πιο όμορφο στα μάτια με κοιτά…

Είναι το αντίβαρο της ζήσης που με αγχώνει.
Είναι το πλάσμα της οθόνης τ’ ουρανού.
Είναι η γλύκα Κυριακής που ξημερώνει
στο εκκλησάκι του μικρότερου θεού…

12 Ιανουαρίου 2008

Αλληλούια!...

Πάλι πρωί…
Η ομίχλη ξανατυλίγει την πόλη
μέσα στην πολυφορεμένη μπαγιάτικη χλαίνη της.
Τα μάτια ξαναβουλιάζουν
στον κουρνιαχτό της ρουτίνας…

Το χθες ξεχάστηκε ήδη.
Μαζί του στέγνωσε και όσος πόνος, όσος έρωτας,
όση λαύρα πότιζε αποβραδίς τα σεντόνια
στα σπίτια της λύπης και της χαράς.

Και η ζωή κατρακυλά στην κατηφόρα
χωρίς φρένα…

Κάπου, τα δάκρια τρέχουν από τα μάτια
χωρίς κλάμα.
Κάπου, οι καρδιές ρίχνονται στην μπετονιέρα
χωρίς ίχνος ντροπής…

Και ο φόβος ενεδρεύει:
στο γράμμα του νόμου,
στις γωνιές της ψυχής,
στα νεύματα των τροχονόμων…

Κι αράζει ο πόνος
με βάρος στους ώμους
στην κοινωνία της ανοχής
με τους διαπλεκόμενους δρόμους…
……………………………………..

Η Άνοιξη, πρόωρα, άρχισε ν’ ανθίζει
λουλούδια αλλιώτικα…
Η ζωή δεν ξέρει αν τελειώνει ή αν αρχίζει
κι ο ουρανός δεν βλέπει πως η γη γυρίζει
και την αγγίζει…
Και ψιχαλίζει…
Αλληλούια!...

Δι' ευχών...

Έπαιρναν και μας σημάδευαν τις χούφτες
οι μεγάλοι μας πρόγονοι…
Και δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
μας έφτυναν στα μάτια
και μας ξαπόστελναν στη γη.
Κι έλεγαν: την ευχή μέσ’ στην κατάρα μας να ψάχνετε….
Κι εμείς υπακούγαμε
και τρέχαμε σαν διαολεμένα αγγελούδια…

Και δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
ανθούσαν οι αμυγδαλιές χειμωνιάτικα
κι έβγαζαν τα φρούτα κουκούτσια
κι οι μπαξέδες αγκάθινα κέρατα…
Και δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
τα σημάδια στις χούφτες μας
έλεγαν το ριζικό μας,
που ήταν όλο γραμμές, κολλημένες παράξενα
-μπελάς κι αυτές οι δυσνόητες ευχές των παππούδων!

Ώσπου, άξαφνα, ο ουρανός αρρώστησε
κι άρχισε να καταπίνει τον ίσκιο του.
Και δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
ο ήλιος ζαλίστηκε απ’ τα ύψη και πνίγηκε στη θάλασσα…
Κι αφού έμεινε ακηδεμόνευτο το φεγγάρι, - το άτιμο,
ανακατεύτηκε με τ’ αστέρια κι οργίασε ασύστολα.
Και, δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
σε κάθε όργιο υπήρχε το “από μηχανής” δάχτυλο
που διόρθωνε τις ζημιές στα ρομάντζα των ειδυλλίων.
Μάταια όμως!...
Γιατί έτσι αυξήθηκε ο αριθμός των τερατογεννήσεων…
Γιατί γίναμε κάφροι πολλοί, σαν τους κόκκους της άμμου…
Γιατί, δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων, τώρα πεινάμε…
Δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
τώρα πεινάμε πολύ…και διψάμε…