12 Ιανουαρίου 2008

Αλληλούια!...

Πάλι πρωί…
Η ομίχλη ξανατυλίγει την πόλη
μέσα στην πολυφορεμένη μπαγιάτικη χλαίνη της.
Τα μάτια ξαναβουλιάζουν
στον κουρνιαχτό της ρουτίνας…

Το χθες ξεχάστηκε ήδη.
Μαζί του στέγνωσε και όσος πόνος, όσος έρωτας,
όση λαύρα πότιζε αποβραδίς τα σεντόνια
στα σπίτια της λύπης και της χαράς.

Και η ζωή κατρακυλά στην κατηφόρα
χωρίς φρένα…

Κάπου, τα δάκρια τρέχουν από τα μάτια
χωρίς κλάμα.
Κάπου, οι καρδιές ρίχνονται στην μπετονιέρα
χωρίς ίχνος ντροπής…

Και ο φόβος ενεδρεύει:
στο γράμμα του νόμου,
στις γωνιές της ψυχής,
στα νεύματα των τροχονόμων…

Κι αράζει ο πόνος
με βάρος στους ώμους
στην κοινωνία της ανοχής
με τους διαπλεκόμενους δρόμους…
……………………………………..

Η Άνοιξη, πρόωρα, άρχισε ν’ ανθίζει
λουλούδια αλλιώτικα…
Η ζωή δεν ξέρει αν τελειώνει ή αν αρχίζει
κι ο ουρανός δεν βλέπει πως η γη γυρίζει
και την αγγίζει…
Και ψιχαλίζει…
Αλληλούια!...

Δι' ευχών...

Έπαιρναν και μας σημάδευαν τις χούφτες
οι μεγάλοι μας πρόγονοι…
Και δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
μας έφτυναν στα μάτια
και μας ξαπόστελναν στη γη.
Κι έλεγαν: την ευχή μέσ’ στην κατάρα μας να ψάχνετε….
Κι εμείς υπακούγαμε
και τρέχαμε σαν διαολεμένα αγγελούδια…

Και δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
ανθούσαν οι αμυγδαλιές χειμωνιάτικα
κι έβγαζαν τα φρούτα κουκούτσια
κι οι μπαξέδες αγκάθινα κέρατα…
Και δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
τα σημάδια στις χούφτες μας
έλεγαν το ριζικό μας,
που ήταν όλο γραμμές, κολλημένες παράξενα
-μπελάς κι αυτές οι δυσνόητες ευχές των παππούδων!

Ώσπου, άξαφνα, ο ουρανός αρρώστησε
κι άρχισε να καταπίνει τον ίσκιο του.
Και δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
ο ήλιος ζαλίστηκε απ’ τα ύψη και πνίγηκε στη θάλασσα…
Κι αφού έμεινε ακηδεμόνευτο το φεγγάρι, - το άτιμο,
ανακατεύτηκε με τ’ αστέρια κι οργίασε ασύστολα.
Και, δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
σε κάθε όργιο υπήρχε το “από μηχανής” δάχτυλο
που διόρθωνε τις ζημιές στα ρομάντζα των ειδυλλίων.
Μάταια όμως!...
Γιατί έτσι αυξήθηκε ο αριθμός των τερατογεννήσεων…
Γιατί γίναμε κάφροι πολλοί, σαν τους κόκκους της άμμου…
Γιατί, δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων, τώρα πεινάμε…
Δι’ ευχών των μυριάδων παππούδων ημών
τώρα πεινάμε πολύ…και διψάμε…